"Η αισθητική των
πόλεων και η πολιτική των παρεμβάσεων - Συμβολή στην αναγέννηση του
αστικού χώρου"
Από τα
Πρακτικά του Επιστημονικού Συνεδρίου με το αυτό θέμα
(Διοργάνωση: ΥΠΕΧΩΔΕ, ΥΠ.ΠΟ., ΕΧΑΕ Α.Ε.)
13-14 Οκτωβρίου 2003
Η πρώτη συγκλονιστική
συνάντησή μου στην πολιτική, μόλις είχα εκλεγεί δήμαρχος στην
Καλαμάτα, ήταν με τον κόσμο των ιδεών και των θεμάτων οργάνωσης των
πόλεων. Είχα την τύχη να έχω δύο σημαντικούς πολεοδόμους κοντά μου.
Ο ένας ήταν ο πανεπιστημιακός κ. Αραβαντινός, ο οποίος είχε κάνει
ήδη πριν από εμένα σπουδαία δουλειά στην Καλαμάτα. Τον παρακάλεσα
μάλιστα να συνεχίσει αυτή τη δουλειά. Ο άλλος ήταν ο κ. Γρηγόρης
Διαμαντόπουλος, ένας μαχόμενος πολεοδόμος.
Μετά από 25 χρόνια στην πολιτική διαπιστώνω ότι κανένα σχολείο δεν
μου έδωσε πιο πολλές γνώσεις από το σχολείο της πόλης. Μιλάμε λοιπόν
για την αισθητική των πόλεων και την πολιτική των παρεμβάσεων.
Προσπαθούμε να συνθέσουμε αυτό το ζεύγος, ώστε να οδηγηθούμε με τις
ορθές παρεμβάσεις σε βελτίωση της αισθητικής των πόλεων.
Θέλω να κάνω ένα σχόλιο κατ΄ αρχήν ως πολιτικός. Από το 1974 και
μετά η χώρα έχει κάνει σημαντικές προόδους. Δυστυχώς όμως στα
ζητήματα αισθητικής γενικώς και της και της αισθητικής των πόλεων
ειδικώς έχουμε πάει πίσω. Δεν έχουμε πάει μπροστά. Αυτή είναι η δική
μου αίσθηση.
Το ζήτημα των παρεμβάσεων θέλω να το προσεγγίζω στην ολότητά του,
γιατί έχει πολλές οπτικές γωνίες. Το θέμα το έχω ζήσει και ως
δήμαρχος και ως υπουργός και ως πολίτης. Εχω πάει σε πάρα πολλές
γωνιές της Ελλάδος, όπου με έχουν καλέσει, για να δούμε μαζί το
πρόβλημα των δικών του πόλεων.
Ποιες είναι οι δυνάμεις που παρεμβαίνουν στην πόλη. Κατ΄ αρχήν η
θεωρητικά ισχυρότερη δύναμη είναι πάντα η κανονιστική. Είναι δηλαδή
οι νόμοι, τα διατάγματα, οι εγκύκλιοι κ.λ.π. Υστερα είναι η
εκτελεστική. Σε ποιους δηλαδή αναθέτουν αυτοί οι νόμοι την
αρμοδιότητα για την υλοποίηση όσων προβλέπονται από το νόμο, τα
Υπουργεία και την τοπική αυτοδιοίκηση.
Βεβαίως στις δυνάμεις αυτές συγκαταλέγονται και οι πολίτες, ο κλάδος
των μηχανικών και όσοι άλλοι συμμετέχουν, λ.χ. οι μελετητές, οι
κατασκευαστές κ.λ.π.
Αυτό που δεν έχουμε συζητήσει πάρα πολύ στην Ελλάδα είναι ο
παράγοντας των αρχιτεκτόνων και των αρχαιολόγων.
Ποιος είναι λοιπόν εκείνος που παρεμβαίνει πιο πολύ στην πόλη;
Παλιότερα εξετάζαμε το γενικό πλαίσιο, ενώ τώρα ήρθαμε πιο κοντά στα
συγκεκριμένα ζητήματα των κτιρίων, των αναπλάσεων συγκεκριμένων
περιοχών. Ένα πολύ ενδιαφέρον θέμα είναι η διανόηση, που ασχολείται
με θέματα γύρω από την πόλη και πρέπει να εξετάσει ποια είναι η
σχέση του σχεδιασμού και της βιωματικής επιρροής των πόλεων. Στην
Ελλάδα αυτό το θέμα είναι πολύ μεγάλο.
Οι πόλεις της Ελλάδας είναι κυρίως γέννημα συγκρούσεων και το
πρόβλημα είναι πόσο έχει επηρεάσει ο σχεδιασμός το βίωμα ή
αντίστροφα πόσο έχει επηρεάσει το βίωμα στο σχεδιασμό.
Στο συγκεκριμένο θέμα για την πολιτική των παρεμβάσεων ποιος είναι
άραγε ο ισχυρότερος παίκτης στις παρεμβάσεις;
Είναι η νομοθεσία, είναι η εκτελεστική εξουσία, είναι η
αυτοδιοίκηση, είναι οι πολίτες, είναι αυτοί που θέλουν να
αυθαιρετήσουν, είναι οι εργολάβοι, είναι οι μελετητές; Ο ισχυρός
κρίκος στην υπόθεση είναι η αυτοδιοίκηση. Απογείωση υπάρχει, όπου
υπάρχει αυτοδιοίκηση, γιατί είναι ο κρίκος που συνδέει όλους τους
άλλους, ενώ αντίθετα βλέπεις πολύ μεγάλες υποχωρήσεις, εκεί όπου δεν
υπάρχει αυτοδιοίκηση.
Η πιο συναρπαστική εποχή που έζησα και συνδέεται με το θέμα των
παρεμβάσεων ήταν ο σεισμός.
Διαχειρίστηκα τη μεγαλύτερη φυσική καταστροφή της χώρας από το 1974
και μετά. Τη χαρακτηρίζω μεγαλύτερη σε σχέση με την κλίμακα της
πόλης. Δεν ήταν τόσο το πλήθος των προβληματικών κτιρίων, όπως στη
Θεσσαλονίκη ή την Αθήνα, που την έκανε μεγάλη, όσο το γεγονός ότι το
φαινόμενο ήταν το πιο ισχυρό σε ένταση από οπουδήποτε αλλού μετά το
1974.
Το πρώτο τέταρτο του σεισμού ήμουν ο στρατηγός των σεισμών. Από
κανένα νόμο δεν είχα τέτοια εξουσιοδότηση. Ουδείς όμως με
αμφισβήτησε. Ουδείς αμφισβήτησε αυτό το ρόλο. Ουδείς θα αμφισβητήσει
ένα δήμαρχο ο οποίος θέλει να επέμβει οπουδήποτε στην πόλη του, σε
θέματα πολεοδομίας, αισθητικής των κτιρίων, σε θέματα όψης
πεζοδρομίων, δημόσιων αλλά και ιδιωτικών χώρων.
Σε ό,τι αφορά την κεντρική εξουσία δυστυχώς οι νόμοι έχουν μείνει
χωρίς υποστήριξη. Αν κάτι δεν υποστηριχθεί όμως επιχειρησιακά, δεν
έχει νόημα. Η μόνη φάση σθεναρής υποστήριξης ήταν η ΕΠΑ.
Πολλοί κατηγορούσαν τότε τον Αντώνη Τρίτση ως Δον Κιχώτη, λέγοντας
ότι δεν υπάρχει επιστημονικό δυναμικό. Αλλά εκείνος κινητοποίησε όλο
το δυναμικό που υπήρχε στη χώρα. Το δυναμικό της αυτοδιοίκησης, το
δυναμικό των πόλεων, τις κινήσεις των πολιτών, που ήταν τότε πολύ
μικρές πλειοψηφίες, ενώ τώρα οι κινήσεις και οι ευαισθησίες των
πολιτών έχουν μεγαλώσει πάρα πολύ. Δεν τις αξιοποιούμε όμως ...
Ο νόμος λ.χ. για τον περιστασιακό χώρο έχει εγκαταλειφθεί. Τα ΣΧΟΑΠ
έπρεπε ήδη να έχουν τελειώσει. Πώς θα τελειώσει ο περιαστικός χώρος,
όταν δεν έχει τελειώσει ο αστικός χώρος; Ο αστικός χώρος είναι ακόμα
σε εκκρεμότητα. Αυτό λοιπόν είναι ένα πολύ σοβαρό σημείο.
Ένα δεύτερο σοβαρό σημείο είναι ότι πρέπει να αποχωριστεί η
χωροταξία από τα δημόσια έργα. Είναι πηγή μεγάλων δεινών το γεγονός
ότι συνυπάρχουν τα δημόσια έργα με τη χωροταξία. Είναι πολύ φυσικό
το πολιτικό στέλεχος να ρέπει σε αυτό που έχει τη μεγαλύτερη αίγλη,
και μεγαλύτερη αίγλη έχει η εκτέλεση των έργων. Έτσι παραμελεί
λιγάκι το κομμάτι της χωροταξίας, της πολεοδομίας και του
περιβάλλοντος.
Ένας άλλος λόγος είναι ότι αυτά τα πράγματα είναι
αλληλοσυγκρουόμενα. Δεν μπορεί να βρίσκονται κάτω από την ίδια
πολιτική στέγη, κάτω από την ίδια πολιτική ομπρέλα. Όποιος
ασχολείται με το περιβάλλον πρέπει να είναι φρουρός για ό,τι γίνεται
στη χώρα, ώστε να γίνεται καλά. Επομένως, δεν μπορεί να είναι κάτω
από την ίδια πολιτική ηγεσία.
Το ΥΠΕΧΩΔΕ π.χ. πρέπει να έχει στην αρμοδιότητά του και τα δάση.
Το ένα λοιπόν είναι η επιχειρησιακή μορφή που θα λάβουν οι
ψηφισθέντες νόμοι και το δεύτερο είναι ακριβώς αυτός ο αποχωρισμός
σε σχέση με την κεντρική εξουσία.
Μια άλλη συναρπαστική εμπειρία μετά τους σεισμούς ήταν το πιο
ευαίσθητο κομμάτι, το ιστορικό κέντρο της Καλαμάτας. Οι άνθρωποι του
ΥΠΕΧΩΔΕ και του Υπουργείου Πολιτισμού έγιναν σύμβουλοι των
ιδιοκτητών με τη μεσολάβηση του δήμου.
Αυτό είναι το θέμα της συνέργιας της αυτοδιοίκησης με όσους ακούν
εκτελεστική εξουσία τοπικά. Τα αποτελέσματα πραγματικά μπορεί να
είναι θεαματικά. Στην Καλαμάτα, λοιπόν τώρα που έχουν περάσει πολλά
χρόνια από τους σεισμούς και το 70% των κτιρίων έχει κατασκευαστεί
με αυτές τις προδιαγραφές, ενοχλεί μόνο αυτό που υπήρχε πριν από
τους σεισμούς. Το πραγματικά υπέροχο είναι αυτό που γεννήθηκε μετά.
Πολλές φορές έχω παρομοιάσει τα θέματα των παρεμβάσεων στην πόλη με
το Σύνταγμα. Όση αξία έχει για το κεντρικό πολιτικό σύστημα το
Σύνταγμα, τόση αξία έχουν για την πόλη και για την αυτοδιοίκηση ο
σχεδιασμός της και οι οργανωμένες παρεμβάσεις στην πόλη. Όταν η
αυτοδιοίκηση βάλει σε έναν τόσο υψηλό βάθρο τα θέματα αυτά, τότε
πραγματικά πολλά μπορούν να αλλάξουν.
Το τελευταίο θέμα είναι πώς θα ενθαρρύνουμε όλοι μαζί τις κινήσεις
πολιτών που παλιά δεν υπήρχαν. Στις αρχές της δεκαετίας του `80
δύσκολα μπορούσες να βρεις συμμάχους γιαυτά τα πράγματα. Τώρα
υπάρχουν. Ποιος εκπροσωπεί το συμφέρον της πόλης; Αυτές ακριβώς οι
δυνάμεις, δηλαδή οι δυνάμεις του καλού. Πρέπει να γίνει με αυτές μια
μεγάλη συμμαχία. Πρέπει πάντα να επιδιώκουμε να τις βγάζουμε μπροστά
στις πόλεις. Γιατί αλίμονο στους δημάρχους που γίνονται οι
διαχειριστές των καθημερινών συμφερόντων. Οι εργολάβοι είναι πολύ
πιο ισχυροί από τους πολίτες μιας πόλης που διεκδικούν ένα καλύτερο
μέλλον, ποθούν μια καλύτερη προοπτική για αυτήν!
Συνοψίζοντας, πιστεύω ότι στο επίπεδο της κεντρικής εξουσίας πρέπει
να πάμε σε μια επιχειρησιακή λογική για την εφαρμογή των νόμων.
Χρειάζεται πολύ υψηλή πολιτική στήριξης αυτών των πολιτικών, το ίδιο
υψηλή πολιτική στήριξη χρειάζεται και από τους δήμους, που μπορούν
να καταλάβουν χώρο ανάλογο με αυτόν που έχει στο κεντρικό πολιτικό
παιχνίδι το Σύνταγμα. Να έχουν την ίδια δυναμική, την ίδια αξία.
Χρειάζεται μια συνέργια στις πόλεις και πρέπει να ενθαρρύνουμε να
βγάλουμε μπροστά τις κινήσεις πολιτών για το συμφέρον της πόλης.
|